Powered By Blogger

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2018

Η Γιουνάιντεντ, ο sir Άλεξ και ο Μουρίνιο





Η σαιζόν δεν έχει ξεκινήσει καλά για την Γιουνάιντεντ, τα αποτελέσματα δεν δικαιώνουν τις προσδοκίες και το απαιτητικό κοινό του Μάντσεστερ, μαθημένο στη μεγάλη μπάλα της εποχής του sir Άλεξ Φέργκιουσον, ζητάει την αποπομπή του Μουρίνιο. Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα βλέποντας οι οπαδοί την μισητή συμπολίτισσα Σίτι να παίζει το ελκυστικό ποδόσφαιρο του Πέπ και να νικάει. Υπό αμφισβήτηση, λοιπόν, ένας από τους κορυφαίους τεχνικούς της τελευταίας 15ετίας, που έχει κατακτήσει πρωτάθλημα σε Πορτογαλία, Αγγλία, Ιταλία και Ισπανία, αλλά, κυρίως, δύο κούπες Champions league με Πόρτο και Ίντερ ! Είναι όμως ο Ζοσέ Μουρίνιο ο αποκλειστικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι η Γιουνάιντεντ δεν είναι πλέον θελκτική ποδοσφαιρικά και δεν μπορεί να κατακτήσει τον τίτλο στην Αγγλία? Πάμε να το δούμε κάνοντας μια μικρή ιστορική αναδρομή….



Η δυναστεία του sir Άλεξ


Η ιστορία με την πτώση του αεροπλάνου κατά την απογείωση στο αεροδρόμιο του Μονάχου το 1957 και τον αποδεκατισμό μιας ιδιαίτερα ταλαντούχας ομάδας της Γιουνάιντεντ, είναι γνωστή. Από τη συντριβή επιβίωσαν ο κόουτς Ματ Μπάσμπι και ο μεγάλος Μπόμπι Τσάλτον και δικαιώθηκαν δέκα χρόνια αργότερα με την κατάκτηση της κορυφής της Ευρώπης στον τελικό του Γουέμπλεϊ κόντρα στη Μπενφίκα, της οποίας επικράτησαν με 4-1 στην παράταση. Μεγάλοι παίκτες όπως ο Τζώρτζ Μπεστ, ο Ντένις Λόου και ο Νόμπι Στάιλς συνέθεσαν εκείνη την ομάδα, μαζί με τους  επιζώντες από το δυστύχημα του Μονάχου. Μετά από αυτό το θρίαμβο όμως ήρθε η παρακμή, οι μεγάλοι παίκτες εκείνης της ομάδας αποχώρησαν μαζί με τον Ματ Μπάσμπι. Τη 10ετία του ’70 η Γιουνάιντεντ γνώρισε και υποβιβασμούς, ενώ τη 10ετία του ’80 κινήθηκε επίσης στη μετριότητα, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, με το αντίπαλο δέος, τη Λίβερπουλ να κυριαρχεί το ίδιο διάστημα με υψηλής κλάσης ποδόσφαιρο και με την κατάκτηση εγχώριων και ευρωπαϊκών τίτλων. Τότε, αρχές Νοεμβρίου του 1986 η διοίκηση του συλλόγου αποφάσισε να δώσει τα ηνία στον Άλεξ Φέργκιουσον. Ένα ήδη επιτυχημένο προπονητή, ο οποίος στην πατρίδα του, τη Σκωτία, είχε καταφέρει να σπάσει το δίπολο Σέλτικ – Ρέιντζερς και να κατακτήσει το πρωτάθλημα με την Αμπερντίν. Επίσης, με την Αμπερντίν είχε κατακτήσει και το κύπελλο Κυπελλούχων το 1983 !


     Στον μετέπειτα sir Άλεξ δόθηκε μεγάλη πίστωση χρόνου. Τα πρώτα 5 χρόνια δεν κατάφερε τίποτα ουσιαστικό. Ένα κύπελλο το 1990.  Μια υπομονή και πίστη στον προπονητή, άγνωστη για τα σημερινά ποδοσφαιρικά δεδομένα. Βοήθησε ασφαλώς και το γεγονός ότι οι Αγγλικές ομάδες δε συμμετείχαν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις την εποχή εκείνη. Με την επιστροφή τους στην Ευρώπη, η Γιουνάιντεντ κέρδισε το κύπελλο Κυπελλούχων το 1991 στο Ρόντερνταμ, νικώντας με 2-1 την Μπαρτσελόνα στον τελικό. Το πρωτάθλημα άργησε δύο χρόνια, το 1992 το έχασε στο νήμα από τη Λιντς του Έρικ Καντονά και την επόμενη σαιζόν, με οδηγό τον Καντονά που είχε αποκτήσει με μεταγραφή, ο τίτλος επέστρεψε στο «Ολντ Τράφορντ». Για να έρθει και η κούπα του Champions league το 1999 με την αλησμόνητη ανατροπή στις καθυστερήσεις του αγώνα κόντρα στη Μπάγερν Μονάχου.
    Ο sir Άλεξ αποχώρησε πρωταθλητής τον Μάιο του 2013, έχοντας κατακτήσει 38 τίτλους αυτά τα 27 χρόνια, μεταξύ των οποίων 13 πρωταθλήματα Αγγλίας και 2 Champions league, έχοντας συμμετάσχει και σε άλλους δύο τελικούς, τους οποίους έχασε από την Μπαρτσελόνα του Μέσι.




Η επόμενη μέρα

Ο sir Άλεξ, μπορεί να μην μιμήθηκε τον Ματ Μπάσμπι ο οποίος μετά την απόσυρση του από τους πάγκους έπιασε ένα γραφείο και έλεγχε τα πάντα στον σύλλογο, αλλά ήταν αυτός που πρότεινε για διάδοχο του τον Ντέιβιντ Μόγιες, που είχε μια επιτυχημένη παρουσία για 11 χρόνια στην Έβερτον, χωρίς όμως να έχει κατακτήσει κάποιον τίτλο. Υπέγραψε συμβόλαιο για 6 χρόνια με τη Γιουνάιντεντ, αλλά δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ούτε την 1η σαιζόν. Όταν ανέλαβε, η Γιουνάιντεντ είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα την προηγούμενη σαιζόν και θεωρούνταν έτοιμη ομάδα.         

    Η διοίκηση δεν προχώρησε σε πολλές μεταγραφές, πήρε τον Χουάν Μάτα με 45 εκ από την Τσέλσι και του έκανε το χατίρι με τον Φελαϊνί από την Έβερτον. Η ομάδα συνέχισε να βασίζεται στον Ρίο Φέρντιναντ στην άμυνα, στον Κάρικ και στον γερό – Γκιγκς στα χαφ και στους Φαν Πέρσι και Ρούνει στην επίθεση. Έλειπε όμως η επίδραση του sir Άλεξ τόσο στα αποδυτήρια όσο και σε κάθε δραστηριότητα του συλλόγου. Ο Μόγιες που ξεκίνησε κατακτώντας το community shield νικώντας με 2-0 τη Γουϊγκαν, απολύθηκε 4 αγωνιστικές πριν το φινάλε το πρωταθλήματος στο οποίο η Γιουνάιντεντ τερμάτισε 7η, με τον Ράιαν Γκιγκς στον πάγκο της στα τελευταία τέσσερα παιχνίδια. Έμεινε εκτός ευρωπαϊκών διοργανώσεων για την επόμενη σαιζόν μετά από χρόνια. Στο Champions league αφού απέκλεισε τον Ολυμπιακό του Μίτσελ στους «16», έμεινε εκτός από την Μπάγερν Μονάχου στον επόμενο γύρο.







Εποχή Λουϊς Φαν Χάαλ


Ο Ράιαν Γκιγκς παρέμεινε στη Γιουνάιντεντ ως βοηθός του νέου προπονητή, του Λουϊς Φαν Χάαλ, ο οποίος ήρθε έχοντας οδηγήσει την εθνική ομάδα της Ολλανδίας μέχρι τα ημιτελικά του Μουντιάλ παίζοντας με τρεις κεντρικούς αμυντικούς. Το ίδιο σύστημα εφάρμοσε και στη Γιουνάιντεντ.  Η διοίκηση ξόδεψε χρήματα και απέκτησε τον Άνχελ Ντι Μαρία με 75 εκ από τη ΡΕΑΛ, τον ταλαντούχο Λουκ Σο, τον Βάσκο Άντερ Ερέρα, τον Μάρκος Ρόχο, τον Ντάνι Μπλιντ που τον είχε σε ρόλο λίμπερο στην εθνική Ολλανδίας και τον Ρανταμέλ Φαλκάο από τη Μονακό που μόλις είχε επανέλθει από χιαστό. Ο Φαλκάο δεν τράβηξε, ο τίτλος κατέληξε στην Τσέλσι του Μουρίνιο  και η Γιουνάιντεντ καταταγεί 4η, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή στο επόμενο Champions league.


    Στη 2η σαιζόν ο Φαν Χάαλ έφερε στο «Όλντ Τράφορντ» τους Μαρσιάλ με 60 εκ από τη Μονακό, τον Σνάιντερλιν από τη Σαουθάμπντον, τον Μέμφις Ντεπάι, τον Ματέο Νταμιάν τον Μπάστιαν Σβαιστάϊγκερ και τον Αργεντινό τερματοφύλακα Σέρχιο Ρομέρο. Αποχώρησαν οι Ντι Μαρία, Τσιτσαρίτο Ερνάντεζ, Φαν Πέρσι, Νάνι, Ράφαελ και Έβανς. Η σαιζόν δεν κύλησε καλά στο πρωτάθλημα, με την ομάδα να καταλήγει στην 5η θέση, με τη Λέστερ να κατακτά τον τίτλο. Κατέκτησε όμως το Κύπελλο νικώντας στον τελικό με 2-1 την Κρίσταλ Πάλας. Στην Ευρώπη, μπήκε σε όμιλο του Champions league από τα προκριματικά του καλοκαιριού, αλλά έμεινε πίσω από Βόλφσμπουργκ και Αιντχόβεντ και συνέχισε στο Γιουρόπα. Εκεί αποκλείστηκε στη φάση των «16» από τη Λίβερπουλ. Το πέρασμα Φαν Χάαλ δε το λες και επιτυχημένο. Τεταρτο-πέμπη στο πρωτάθλημα η ομάδα, πήρε ένα κύπελλο και δεν έκανε τίποτα στην Ευρώπη. Οι μεταγραφές του δεν ήταν παίκτες υψηλής κλάσης. Οι περισσότεροι από τους ποδοσφαιριστές αυτούς παίζουν ακόμα και σήμερα στην ομάδα του Μουρίνιο, μιας και η διοίκηση ακολουθεί συντηρητική πολιτική, δε λύνει συμβόλαια με αποζημιώσεις και δεν αποκτά νέους παίκτες στις θέσεις που υπάρχουν ήδη οι εν λόγω ποδοσφαιριστές. Πάντως επί Φαν Χάαλ καθιερώθηκαν στην 1η ομάδα οι Μάρκους Ράσφορντ και Τζέσι Λίγκααρντ.







Ζοσε Μουρίνιο




Ο Φαν Χάαλ δεν ολοκλήρωσε το συμβόλαιο του, είχε υπογράψει για τρία χρόνια και αποχώρησε το καλοκαίρι του 2016 μαζί με τον βοηθό του Ράιαν Γκιγκς. Άρχιζε η εποχή Μουρίνιο….
    Προίκα στον Μουρίνιο δόθηκε η απόκτηση, με ποσό ρεκόρ 110εκ, του Πολ Πογκμπά από τη Γιουβέντους. Ήρθαν ακόμη ο Μιχταριάν από την Ντόρντμουντ, ο στόπερ Μπαγί από τη Βιγιαρεάλ και ο Ζλάταν ως ελεύθερος από την Παρί. Αποχώρησαν οι Σνάιντερλιν, Ντεπάι, Βίκτορ Βαλντέζ και ΜακΝαίρ. Στο πρωτάθλημα τα πράγματα δεν πήγαν καλά και η Γιουνάιντεντ τερμάτισε 6η. Έδειξε ότι δεν είναι έτοιμη να κοντράρει την πρωταθλήτρια Τσέλσι του Κόντε, τη Σίτι του Πεπ, την Άρσεναλ του Βενγκέρ, τη Λίβερπουλ του νεοαφιχθέντα Κλοπ και την Τότεναμ του Ποκετίνο. Πήρε όμως τίτλους. Αρχικά τον Αύγουστο το community shield νικώντας με 2-1 την πρωταθλήτρια Λέστερ και εν συνεχεία το Λιγκ Καπ νικώντας στον τελικό με 3-2 τη Σαουθάμπντον. Κυρίως κατέκτησε το Γιουρόπα Λιγκ νικώντας με 2-1 τον Άγιαξ στον τελικό. Ένας τίτλος που της έδινε το δικαίωμα συμμετοχής στο επόμενο Champions league. Μια πρώτη σαιζόν για τον Μουρίνιο που δεν τη λες και αποτυχημένη με τρεις κούπες και που ήταν σίγουρα η καλύτερη στη μετά Φέργκιουσον εποχή. Με τον κόσμο να κάνει υπομονή για την ομάδα που χτίζεται και να περιμένει από τον Μουρίνιο να βάλει την προσωπική του σφραγίδα.
    Πέρυσι, στη 2η σαιζόν του Μουρίνιο στην ομάδα, η διοίκηση διέθεσε 85εκ για να φέρει τον φορ Λουκάκου από την Έβερτον, προστέθηκαν επίσης ο χαφ Νεμάνια Μάτιτς που τον είχε ο κόουτς στην Τσέλσι, ο στόπερ Λίντεροθ από την Μπενφίκα και ο Αλέξις Σάντσεζ σε ανταλλαγή με τον Μιχταριάν που ακολούθησε τον αντίθετο δρόμο για το Λονδίνο και την Άρσεναλ. Έφυγαν ακόμη ο Ζλάταν που είχε χιαστό και επανήλθε στην ομάδα το χειμώνα, για να ξαναφύγει και ο Γουέιν Ρούνει για τα τελευταία ένσημα στις Η.Π.Α. Στο πρωτάθλημα η Γιουνάιντεντ τερμάτισε 2η με 81 βαθμούς αδυνατώντας να ακολουθήσει την εκπληκτική Σίτι του Πεπ που έφτασε τους 100 βαθμούς από τους 114 διαθέσιμους ! Έχασε το σούπερ καπ Ευρώπης με 1-2 από τη ΡΕΑΛ, έχασε στον τελικό κυπέλλου με 0-1 από την Τσέλσι του Κόντε και στην Ευρώπη αποκλείστηκε στους «16» από την Σεβίλλη. Συνήθισε στις ήττες !





Η φετινή ομάδα



   Φέτος το καλοκαίρι και παρά τις πιέσεις του Μουρίνιο, η διοίκηση και πάλι δεν προέβη σε πολλές μεταγραφές. Δεν αποκτήθηκαν τοπ παίκτες, με προσωπικότητα. Ήρθαν ο αμυντικός χαφ Φρεντ από την από την Σαχτάρ με 59 εκ, τον οποίο ήθελε και ο Πεπ στη Σίτι και ο νεαρός δεξιός μπακ Νταλό από την Πόρτο. Αποχώρησαν ο Μπλιντ για τον Άγιαξ και ο Κάρικ που σταμάτησε.

      Η ομάδα βασίζεται στον Ντε Χέα στο τέρμα και αναπληρωματικός του είναι ο Ρομέρο που ήρθε επί Φαν Χάαλ. Δεξί μπακ ο Βαλένσια από την εποχή του sir Άλεξ, ο Νταρμιάν που ήρθε επί Φαν Χάαλ και ο Νταλο που είναι φετινό απόκτημα και είναι μόλις 19χρονος, λογιζόμενος ως κίνηση προοπτικής. Αριστερά στην άμυνα ο Σο που επανήλθε από τραυματισμούς και ο Άσλει Γιαγκ, αμφότεροι πήγαν στο «Ολντ Τράφορντ» από προηγούμενους προπονητές. Στο κέντρο της άμυνας οι Μπαγί, Λίντεροθ, Ρόχο, Τζόουνς και Σμόλιγκ, με τους δύο πρώτους να είναι επιλογές Μουρίνιο. Στα χαφ Πογκμπά, Μάτιτς, Φρεντ, Ερέρα, Φελαϊνι και ο νεαρός ΜακΤομινέι που ανέβασε ο κόουτς από τις ακαδημίες. Επιθετικοί Αλέξις Σάντσεζ, Μάτα, Λίγκααρντ, Ράσφορντ, Μαρσιάλ και Αντρέας Περέιρα και αυτός από τις ακαδημίες. Παρατηρούμε την παντελή έλλειψη κλασικού εξτρέμ, έστω και αν όλοι εξ αυτών, παίζουν, αναγκαστικά, στα άκρα. Στη θέση του φορ ο Λουκάκου. Στο ρόστερ υπάρχουν ακόμη 3-4 νεαροί που δεν έχουν ανέβει στο ροτέσιον.
       Παρατηρούμε μια ομάδα που χτίστηκε από τον Φαν Χάαλ (τουλάχιστον από τη μέση και μπροστά) για να υπηρετήσει ένα σύστημα 3-5-2, χωρίς κλασσικούς εξτρεμ και με παίκτες ρόλων, μονοδιάστατους που κάνουν το ρόστερ «κοντό». Στην άμυνα η ομάδα δεν διαθέτει τον παίκτη με την προσωπικότητα που θα καθοδηγήσει και τους υπόλοιπους, ενώ στα χαφ δεν υπάρχει ο μεγάλος μπαλαδόρος που θα φτιάξει το παιχνίδι της ομάδας και θα ελέγξει το ρυθμό. Οι χαφ της είναι περισσότερο τρεχαλατζήδες και υστερούν δημιουργικά. Ναι, ακόμα και ο Πογκμπά με τον Μάτιτς, σε καμιά περίπτωση δεν είναι Πίρλο, Τσάβι, Ινιέστα ή ακόμα και Κουτίνιο ή Ντε Μπρούινε. Δηλαδή στα χαφ είναι μια ομάδα για κλεψίματα μπάλας που θα επιδιώξει να βγει στο ανοιχτό γήπεδα, αλλά στην επίθεση διαθέτει τον βαρύ Λουκάκου ως φορ και όχι κλασικούς εξτρέμ που θα ανοίξουν το γήπεδο, θα κινηθούν στη γραμμή και θα πλευροκοπήσουν. Και ο Μάτα και ο Ράσφορντ και ο Μαρσιάλ και ο Λίγκαρντ και ο Αλέξις είναι παίκτες που κλείνουν προς τα μέσα, είτε προς τον άξονα είτε στην περιοχή.






Στα μέχρι τώρα παιχνίδια




Η Γιουνάιντεντ από την αρχή της σαιζόν έχει δώσει 9 επίσημους αγώνες. Επτά για το πρωτάθλημα, με απολογισμό 3 νίκες, μία ισοπαλία και 3 ήττες, με αρνητικό συντελεστή τερμάτων 10-12 και 10 βαθμούς σε 7 αγώνες, ευρισκόμενη στη 10η θέση, σε απόσταση 9 βαθμών από την κορυφή. Έναν για το Λιγκ Καπ όπου αποκλείστηκε στα πέναλντι από την Ντέρμπι Κάουντι και έναν για το Champions league που συνέτριψε με 3-0 την Γιουγκ Μπόις στην Ελβετία. Στα έξι από αυτά τα εννιά παιχνίδια ο Μουρίνιο παράταξε την ομάδα με 4-3-3 διάταξη. Την άλλαξε μόνο στην ήττα από την Τότεναμ σε 3-5-2, στον αποκλεισμό από την Ντέρμπι σε 4-2-3-1, όπου έπαιξε ως επί το πλείστον με βασικούς και στο τελευταίο ματς, στην ήττα με 1-3 από την Γουέστ Χαμ, σε 5-3-2, που παρά την 5αδα στην άμυνα, αυτή παρουσιάστηκε ιδιαίτερα ανοιχτή και με μεγάλες αποστάσεις μεταξύ των 5 αμυντικών. Σαφές δείγμα έλλειψης συγκέντρωσης. Στα 7 από αυτά το ματς η Γιουνάιντεντ είχε υπέρ της την κατοχή, μόνο την 1η αγωνιστική με τη Λέστερ υστέρησε και στο ματς με την Ντέρμπι που έπαιζε με παίκτη λιγότερο για περίπου 25 λεπτά. Στα έξι παιχνίδια είχε περισσότερες τελικές από τον αντίπαλο και υστέρησε μόνο στο ματς στην Ελβετία που το είχε κλειδώσει από το ημίχρονο, με τη Γουλβς στο «Ολντ Τράφορντ» (?) και στο τελευταίο με τη Γουέστ Χαμ που ήταν τραγική και οι παίκτες της είχαν κακή ψυχολογία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στο 0-3 από την Τότεναμ, οπότε και άρχισαν οι πρώτοι τριγμοί, οι τελικές ήταν 17-6 υπέρ της Γιουνάιντεντ, με τον Λουκάκου να χάνει γκολ έχοντας περάσει και τον τερματοφύλακα σε κενή εστία ! Εννιά παίκτες έχουν σκοράρει για την ομάδα του Μουρίνιο σε αυτά τα πρώτα ματς. Από τέσσερα γκολ έχουν οι Λουκάκου και Πογκμπά και από ένα οι Σο, Σμόλιγκ, Μαρσιάλ, Φρεντ, Μάτα, Φελαϊννί και Ράσφορντ. Παίρνει γκολ δηλαδή και από τους χαφ (6 συνολικά) και από τους αμυντικού της. Διαθέτει πλουραλισμό στο σκοράρισμα.

       Παρά όμως την υπεροχή της η μεγάλη ομάδα του Μάντσεστερ, δε μπορεί να κεφαλαιοποιήσει αυτή σε αποτελέσματα. Αλλά και σε ωραίο και πειστικό ποδόσφαιρο. Το ρόστερ δείχνει να μην έχει σύνδεση. Η στελέχωση που έχει υπάρξει δε δίνει ξεκάθαρη εικόνα για το τι ποδόσφαιρο σκοπεύει να παίξει η ομάδα. Ο Μουρίνιο είναι προπονητής που παίζει πίσω από τη μπάλα και βγαίνει στην κόντρα με ταχύτατους επιθετικούς και με σωστές μεταβιβάσεις. Το γνώριζε η ομάδα όταν τον υπέγραφε. Όμως οι παίκτες που χρησιμοποιεί στα άκρα δεν έχουν την αντοχή στην ταχύτητα για να φύγουν από τη σέντρα και να σκοράρουν ή να πασάρουν – ασίστ στην κόντρα. Ούτε οι ντελικάτοι Μάτα και Λίγκααρντ, ούτε οι ελαφριοί αλλά για σέντερ φορ και για λίγα μέτρα με ξεπέταγμα, Ράσφορντ, Μαρσιάλ και Αλέξις. Δεν είναι Κίλι Γκονζάλεζ και Κλαούντιο Λόπεζ που «σκότωναν» τους αντιπάλους στην κόντρα στη Βαλένθια του Κούπερ, ούτε Ντάμιεν Νταφ και Άριελ Ρόμπεν στην πρώτη Τσέλσι του Μουρίνιο, που διέλυσαν με 4-2 την Μπαρτσελόνα του Ροναλντίνιο στο Λονδίνο.

    Από εκεί και πέρα, οι δύο ακριβότερες μεταγραφές επί εποχής Μουρίνιο….Καταρχήν ο Πογκμπά, για τον οποίο δαπανήθηκαν 110εκ., έχει δείξει ότι δεν είναι ηγέτης. Δε μπορεί να πάρει την ομάδα στις πλάτες του και να την σηκώσει. Δεν ξέρει τη μπάλα για να ελέγξει το παιχνίδι και ούτε διαθέτει την προσωπικότητα. Βασίζεται στα σωματικά του προσόντα περισσότερο και με αυτά επιβιώνει στο υψηλό επίπεδο. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν είναι Ζέεντορφ, Μακελελέ, Ενκολό Καντέ και Γιάγια Τουρέ.  
  Εν συνεχεία ο Λουκάκου και αυτός στα σωματικά προσόντα και στις μονομαχίες βασίζεται. Δεν είναι Ντρογκμπά σε προσωπικότητα και μαχητικότητα, σε πείσμα, αν και για τέτοιον τον πήρε ο Μουρίνιο. Είναι αντιμετωπίσιμος από τους δυνατούς κεντρικούς αμυντικούς της Πρέμιερ λιγκ. Ταχύτητα δεν έχει για να ξεγλιστρήσει, μπάλα δεν ξέρει για να ντριμπλάρει και να πάει στο γκολ με ατομική ενέργεια, βαρύς και στατικός φορ, απλά περιμένει να του τη φέρουν στην περιοχή για να εκτελέσει. Έτσι φαίνεται περισσότερο η έλλειψη κλασικών εξτρεμ, που θα πλευροκοπήσουν, στο παιχνίδι της ομάδας.

    Ο Μουρίνιο πάντα έπαιζε πίσω από τη μπάλα και χτύπαγε στην κόντρα, δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη ή πολύπλοκη τακτική οι ομάδες του, όπως αυτές του Πεπ. Περισσότερο βασιζόταν στα mind games,  στην καλή ψυχολογία στα αποδυτήρια και στο δέσιμο μεταξύ των μελών της ομάδας. Όπλο του ήταν η ομοιογένεια ενός σφιχτού και σκληρού συνόλου μες τον αγωνιστικό χώρο. Πάντα επεδίωκε την ομαδική βελτίωση και τη δημιουργία αγωνιστικών δεσμών μεταξύ των παικτών. Σπάνια βελτίωσε ατομικά κάποιον παίκτη. Πολλοί κάνανε τις καλύτερες σαιζόν της καριέρας τους υπό τις οδηγίες του, όχι γιατί τους δούλεψε ατομικά  αλλά στην τακτική παρουσία τους και αποτέλεσαν μέλος της ομάδας, μέρος της συνολικής λειτουργίας της ομάδας στον αγωνιστικό χώρο και έτσι αναδείχθηκαν. Ασφαλώς και επειδή είχε εμποτίσει στα αποδυτήρια και στο dna της ομάδας τη νοοτροπία να παίζουν ο ένας για τον άλλο και όλοι μαζί γι αυτόν. Σε κάθε ομάδα πέραν από τους κλασικούς αρχηγούς με προσωπικότητα όπως ο Ζανέτι στην Ίντερ ή ο Τέρι με τον Λαμπάρντ στην Τσέλσι, έβρισκε και παίκτες που εξέφραζαν την ψυχολογία του και τη μαχητικότητα που ήθελε μέσα στις τέσσερις γραμμές, όπως ο Ματεράτσι στην Ίντερ ή ο Ντρογκμπά στην Τσέλσι. Στη Γιουνάιντεντ προσπαθεί να το κάνει με τον Φελαϊνί και γι αυτό τον βάζει συνέχεια, αλλά δεν του βγαίνει. Επιπλέον, σε αυτή τη Γιουνάιντεντ ο Μουρίνιο δεν έχει καταφέρει να τοποθετήσει σωστά τα κομμάτια του παζλ. Ξέρει την αδυναμία στην άμυνα του αλλά δεν μπόρεσε να την κρύψει με την απόκτηση του Φρεντ. Θεωρητικά με Πογκμπά και Φρεντ στα χαφ θα έπρεπε να έχει κλείσει κάθε διάδρομος προς την εστία του Ντε Χέα, στην πράξη όμως δεν έχει βρεθεί ακόμα η χημεία στο χώρο του κέντρου. Γεγονός που οφείλεται και στην προσπάθεια να χωρέσουν στην 11αδα και ο Φελαϊνί και ο Μάτιτς….Όμως με τον Λουκάκου αργό ως φορ, με τους Μάτα, Αλέξις Σάτσεζ, Μαρσιάλ και Ράσφορντ να αρνούνται να μαρκάρουν, προσθέτοντας στα χαφ και δύο βαριά κορμιά σαν τον Φελαϊνί και τον Μάτιτς δεν έχεις τη δυνατότητα να πιέσεις με ορμή και ταχύτητα ψηλά, κοντά στην αντίπαλη περιοχή και να κερδίσεις μπάλες κοντά στο αντίπαλο τέρμα, όπου οι δικοί σου παίκτες θα χρειάζεται να κάνουν λίγα μέτρα για να φτάσουν στην τελική προσπάθεια. Αν ανέβεις με αργούς παίκτες να πιέσεις ψηλά, ο αντίπαλος θα σε «σκοτώσει» στην κόντρα, στην οποία μπορεί να βγει και με μια μακρινή μπαλιά.



     Στην Πόρτο ο Μουρίνιο πέτυχε ως αουτσάιντερ εκμεταλλευόμενος το μομέντουμ. Στην Τσέλσι ο Αμπράμοβιτς του έφερε, μεταξύ πολλών άλλων, Ντρογκμπά, Εσιέν, Καρβάλιο και υπήρχαν ήδη οι Μακελελε, Λάμπαρντ και Τέρι. Στην Ίντερ είχε την άνεση να δουλέψει γιατί από το Ιταλικό πρωτάθλημα έλειπε η Γιουβέντους και η Μίλαν ήταν σε φάση αναδόμησης την εποχή εκείνη. Οπότε,  οι νίκες έφεραν ψυχολογία και πίστη στη δουλειά του κόουτς και έτσι έπεισε παίκτες σαν τον Ετό και τον Πάντεφ να παίζουν στα άκρα και να τρέχουν να κυνηγούν τον αντίπαλο μπακ. Στην Τσέλσι ξαναπέτυχε γιατί ήξερε το περιβάλλον και η ομάδα ακόμα και μετά από τόσα χρόνια κουβαλούσε το dna του. Στη ΡΕΑΛ λένε ότι απέτυχε αλλά για μένα άφησε έργο. Έσπασε το σερί της Μπάρτσα και πήρε πρωτάθλημα. Κατάφερε να ξαναβάλει τη ΡΕΑΛ στην τελική 8αδα του Champions league καθότι πριν από αυτόν και για 2-3 χρόνια αποκλειόταν στους «16». Δεν επέβαλε το δικό του ποδόσφαιρο στη «βασίλισσα της Ευρώπης» και δε μπόρεσε να διαχειριστεί τα πολύ δύσκολα αποδυτήρια της. Είχε συγκρούσεις με Σέρχιο Ράμος και Κασίγιας και τον τελευταίο κατάφερε και τον «έφαγε». Έβαλε όμως τις βάσεις για την ομάδα που έχει κατακτήσει τα τελευταία τέσσερα στα πέντε  Champions league, αν και τσαλακώθηκε και ήταν η πρώτη φορά που η αυθεντία του αμφισβητήθηκε και μάλιστα έντονα. Στη σημερινή Premier league τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Στην Ισπανία είχε να αντιμετωπίσει την άπαιχτη Μπάρτσα και την Ατλέτικο που η ΡΕΑΛ την έχει χρόνια από κάτω. Στην Αγγλία υπάρχει η Σίτι που δουλεύει χρόνια σε υψηλό επίπεδο, που πλέον την κουμαντάρει ο Πεπ και διαθέτει χρήμα στην αγορά για τοπ παίκτες και έχει κατακτήσει τρεις τίτλους αυτή τη δεκαετία. Άλλους τρεις έχει κατακτήσει η «δικιά του» Τσέλσι, που ο Κόντε που τον διαδέχθηκε έκανε εξαιρετική δουλειά και φέτος με τον Σάρι αλλάζει το στιλ της σε πιο επιθετικό. Υπάρχει η ανερχόμενη Τότεναμ, που διαθέτει δεμένο σύνολο και δεν κάνει μεταγραφές γιατί χτίζει γήπεδο, περιμένοντας την εκτόξευση της με την είσοδό της σε αυτό. Η Άρσεναλ του Βενγκέρ και πλέον του Έμερι που είναι ομάδα τετράδας στην Πρέμιερ και διέθεσε αρκετά χρήματα φέτος στο νέο ξεκίνημα της. Τέλος, η διψασμένη Λίβερπουλ του Κλοπ, καλοδουλεμένη ομάδα που πήγε σε ακριβές προσθήκες και δεν ξεπουλάει πλέον βασικούς παίκτες. Πέρυσι πήγε τελικό Champions league και φέτος ενισχύθηκε με στόχο το πρωτάθλημα. Δύσκολοι αντίπαλοι αν μη τι άλλο. Επίσης, μπορεί να κατηγορούν τον Μουρίνιο ότι διέθεσε 500 περίπου εκ για μεταγραφές τα χρόνια που είναι στη Γιουνάιντεντ, παραβλέπουν όμως το γεγονός ότι οι αντίπαλοι του διέθεσαν περισσότερα και ακόμη ότι πολλές από τις εισηγήσεις του δεν έγιναν δεκτές ή εφικτές και πήγε σε δεύτερες λύσεις. Μπορεί στη Γιουνάιντεντ να μην έχει να αντιμετωπίσει τα αποδυτήρια της ΡΕΑΛ και τη νοοτροπία της Βασίλισσας αλλά το κοινό του Μάντσεστερ είναι ιδιαίτερα απαιτητικό και συνηθισμένο επί δύο δεκαετίες να βλέπει μεγάλη μπάλα, να κερδίζει τίτλους και να έχει τη Λίβερπουλ και τη Σίτι από κάτω.

 Ο οργανισμός πρέπει να πάρει μεγάλες αποφάσεις. Να φύγει ο Μουρίνιο αν υπάρχει η πίστη ότι με αυτό το συγκεκριμένο ρόστερ και τη μεταγραφική πολιτική της ομάδας, ο Ζιντάν ή κάποιος άλλος θα τα καταφέρει καλύτερα. Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να γίνει ξεκαθάρισμα στα αποδυτήρια και να στηριχθεί έμπρακτα ο Μουρίνιο έστω και αν χρειαστεί η καρατόμηση κάποιου πρωτοκλασάτου παίκτη, γιατί η τελευταία ήττα από τη Γουέστ Χαμ δεν ήταν θέμα δυνατοτήτων αλλά κακής ψυχολογίας και έλλειψη ενότητας στην ομάδα. 







                                                                                                                              SAM
                                                                                                                      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου